Η κλιματική αλλαγή έχει χαρακτηριστεί ως πολλαπλασιαστής εξωτερικοτήτων. Αυτό σημαίνει ότι προβλήματα φτώχιας, ανισοτήτων, περιβαλλοντικές καταστροφές, ακραία καιρικά φαινόμενα, ανεπάρκεια φυσικών πόρων, οικονομικές και κοινωνικές κρίσεις, προσφυγικά ρεύματα, πόλεμοι, μεταδιδόμενες ασθένειες, προβλήματα σε παραγωγικές δραστηριότητες, θα πολλαπλασιαστούν εξαιτίας των συνεπειών του φαινομένου. Βασική αιτία του φαινομένου ανθρωπογενώς είναι οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα από την κατανάλωση ορυκτών καυσίμων..
Μέχρι το τέλος του αιώνα τα σενάρια σχετικά με την υπερθέρμανση του πλανήτη κάνουν λόγο για αύξηση της θερμοκρασίας από +4 έως +8 βαθμούς Κελσίου. Ο πληθυσμός της γης αναμένεται να φθάσει τα 9,7 δισεκ. μέχρι το 2050, και 11,7 δισεκ. μέχρι το 2100. Οι ανισότητες ήδη αυξάνονται καθώς το 1% του πληθυσμού σήμερα κατέχει το 50% παγκόσμιου πλούτου, ενώ οι συνέπειες της παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης ακόμα συνταράσσουν την πλειοψηφία των χωρών με όλους τους τρόπους.
Η ομαλή αλλά αποφασιστική μετάβαση σε μία εποχή καθαρής ενέργειας, αλλά πολύ περισσότερο καθαρής λογικής και πράξης είναι ο μόνος δρόμος για την ειρηνική διαβίωσή μας. Τα εκατομμύρια των πολιτών που κατέκλυσαν τους δρόμους ζητώντας από τη διεθνή κοινότητα να καταλήξει στην εν΄ εξελίξει Συνδυάσκεψη για το Κλίμα στο Παρίσι (COP21) σε μία νομικά δεσμευτική συμφωνία για τη συγκράτηση της αύξησης της θερμοκρασίας στους +2 βαθμούς Κελσίου, μέχρι το τέλος του αιώνα, έδειξαν το δρόμο. Βέβαια, μία τέτοιου είδους συμφωνία μπορεί να είναι αρκετά φιλόδοξη, ωστόσο από μόνη της δεν λέει τίποτα. Απαιτούνται γενναίες αποφάσεις και δράση από όλους και ειδικότερα από τους μεγάλους ρυπαντές προς αυτή την κατεύθυνση. Επιπλέον, απαιτείται ένα διαφανές σύστημα παρακολούθησης και λογοδοσίας για την εφαρμογή των συμφωνηθέντων, αλλά και νομικές δεσμεύσεις σε σχέση με την χρηματοδότηση του εγχειρήματος. Επιπλέον, θα απαιτηθεί άμεσα επικαιροποίηση των στόχων και των δράσεων, καθώς τα δεδομένα θα αλλάξουν άρδην, και μάλιστα πολύ σύντομα. Με αιχμή του δόρατος τη μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής, και με πυξίδα τους αναπτυξιακούς στόχους της χιλιετίας που συμφωνήθηκαν πρόσφατα στη Νέα Υόρκη, η διεθνής κοινότητα, θα πρέπει να περάσει σε μία εποχή καλών και κυρίως ηθικών πρακτικών για την ανάπτυξη από όλους για όλους.
Στην Ελλάδα δε όπου η οικονομία μας έχει 50% μεγαλύτερη ένταση άνθρακα από το μέσο όρο των ευρωπαϊκών χωρών του ΟΟΣΑ, η ένταση των συνεπειών από τη μη προσαρμογή της στην κλιματική αλλαγή πρόκειται να της κοστίσει περί τα 700 δισεκ. μέχρι το 2100. Η χώρα μας λόγω της γεωγραφικής της θέσης αναμένεται να είναι μεταξύ αυτών που πρόκειται να πληγεί σφοδρά από τις συνέπειες του φαινομένου. Η νησιωτικότητα, τα δάση, οι πόλεις, οι φυσικοί πόροι, η γεωργία, ο τουρισμός, η κοινωνική συνοχή – τίποτα δε θα μείνει ανεπηρέαστο, από την αλλαγή του κλίματος. Μπορεί το ρυπαντικό της αποτύπωμά να είναι σχεδόν μηδενικό, αλλά οι συνέπειες θα είναι ανυπολόγιστες από τη μη προσαρμογή. Η συμφωνία στο Παρίσι θα μπορούσε να δώσει την αφορμή και στη χώρα μας να διαμορφωθεί, σε επίπεδο εθνικού διαλόγου, μία ξεκάθαρη ευρωπαϊκή, εθνική ενεργειακή πολιτική, και ένα εθνικό σχέδιο προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή για τα επόμενα 35 χρόνια.
Ζητούμενο παραμένει η αξιοποίηση των φυσικών πόρων της χώρας, με τις βέλτιστες πρακτικές, ένα μεγάλης κλίμακας πρόγραμμα ενεργειακής εξοικονόμησης, αλλά κυρίως μία γενναία διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό της μίγμα. Η σταδιακή απανθρακοποίηση της οικονομίας, η απεξάρτησή της από τα ορυκτά καύσιμα, αλλά και η προσαρμογή της στην κλιματική αλλαγή μπορούν να αποτελέσουν ισχυρή βάση για το χτίσιμο ενός καλύτερου μέλλοντος, για τη συνολική ανασυγκρότησή της χώρας στις επόμενες δεκαετίες. Η επιστημονική γνώση υπάρχει. Αυτό που λείπει είναι η πολιτική βούληση και το όραμα. Η οικονομική κρίση που βιώνουμε ενδεχομένως να ωχριά μπροστά στην περιβαλλοντική κρίση που έρχεται. Πρόκειται για μονόδρομο. Είναι το μόνο πλάνο σωτηρίας. Δεν υπάρχει σχέδιο «Β», γιατί δεν έχουμε χώρα «Β».